Κυριακή 12 Φεβρουαρίου 2017

ΜΟΥΣΙΚΕΣ... ΣΚΗΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΠΑΛΙΑ

Από την ταινία του Π. Βούλγαρη «Όλα είναι δρόμος».
Κόντρα σε δογματικές απόψεις του τύπου «η μουσική είναι μία», ένας από τους κορυφαίους συνθέτες της τζαζ στη διάρκεια του 20ου αιώνα, ο "Duke" Ellington, αποφαίνονταν ρητά ότι «υπάρχουν δύο είδη μουσικής. Η καλή μουσική και η… άλλη». Επιχειρώντας κάποια μειωμένου ρίσκου μουσική αισθητική ταξινόμηση, στην «άλλη» μουσική του Duke, θα μπορούσαμε να συμπεριλάβουμε κι αυτήν που κάποτε ακουγόταν κατά κόρον στις τοπικές (και όχι μόνο) εναλλακτικές «μουσικές σκηνές». Τις κοινώς γνωστές και ως véritable... σκυλάδικα! Κάπου εκεί, γύρω στα τέλη της δεκαετίας του ’70 κι ολόκληρη τη δεκαετία του ’80, μολονότι στο φως της μέρας κυριαρχούσαν οι μουσικές του Θεοδωράκη και του Χατζηδάκη, στην after διασκέδαση της πόλης εμφανίστηκαν δυναμικά η «Αδυναμία», το «Βιετνάμ», το «ΛαΜόρε», το «ΛαΣιτέ», το «Στορκ», τα «Δειλινά», το «Copacabana», το «Arigato», το «Πιατάδικο»... ο «Πυθαγόρας» με το «Καν-Καν» στα γειτονικά Καϊλιάρια κ.α. καθρεπτίζοντας σε μεγάλο βαθμό τη νεοελληνική κουλτούρα, όπως αυτή διαμορφώθηκε από τη μεταπολίτευση και ύστερα.
Οινο-πνεύματα, μουσικές, πάθη, κέφια, χοροί, αγαπητικοί και
αγαπητικές με ... αυστηρό dress code, ενέπνεαν την ... κίνηση!
Κάθε μεταμεσονύκτιο «πολιτιστικό κέντρο» ένα θρυλικό στέκι, ένα έσχατο αγκυροβόλι και μια ξεχωριστή ιστορία μυσταγωγίας! Ιστορία σκηνοθετημένη μαεστρικά από κωλοπετσομένα αφεντικά, μαγκιόρικα γκαρσόνια, δευτεροκλασάτες ντίβεςκονσοματρίς, ορχηστρικά σύνολα... δωματίου, τσαπερδόνες λουλουδούδες και μπράβους «γορίλες». Ιστορία συναρπαστική, που ζωντανεύει πρωτίστως μέσα από τις αφηγήσεις των ετερόκλητων θαμώνων, οι οποίοι, παρά τις διαφορετικές τους αφετηρίες, επιζητούσαν να προσεγγίσουν βιωματικά την ίδια πλέρια ματαίωση ή κάποια φαντασιακή προσδοκία. Μερικοί για την... εμπειρία κι άλλοι πολλοί...«♫μόνο και μόνο για λίγες σταγόνες ευτυχίας...». Είτε στα μουλωχτά, για να μην πολυτσαλακώνεται η εικόνα του καθωσπρεπισμού, είτε με τυμπανοκρουσίες οίησης, για να εισπράττονται τα δέοντα εύσημα του περπατημένου αντισυμβατικού μποέμη.
«Ζημιές» μετά από την ... άψογη εκτέλεση κάποιας «παραγγελιάς»
και αυτοσχέδιας ...  χορογραφίας! Γιατί; Γιατί οι «άγραφοι νόμοι»
 της ανταριασμένης νύχτας υπαγόρευαν «κατάλυσιν εις πάντα»!
Η νεοπλουτίστικη μαγκιά, η απενοχοποιημένη λαγνεία, η τρέλα της στιγμής, σε συνδυασμό με τα ξίδιαμπόμπες, «χαλούσαν» και τα καλύτερα... μυαλά, διευκολύνοντας μια σειρά από χαρτζιλίκια, μεροκάματα, μαύρο χρήμα, επιδοτήσεις, τρακτέρια, χωράφια, εφάπαξ και διαμερίσματα να θυσιάζονται στο βωμό της άκρατης διασκέδασης με τα... κορίτσια. «Αυτή η νύχτα μένει...», άλλωστε! Νύχτα μακριά, αγαλήνευτη, χιλιοτραγουδισμένη από «φωνές... κορμάρες» με 'κείνο το χαρακτηριστικό «σκυλέ» αξάν και τους ατελείωτους λυγμούς στα λαχανιάσματαΚάπως έτσι, προέκυπταν ανάλογες… «ζημιές» με ξεθυμασμένες σαμπάνιες, γύψινα πιάτα, λουλουδομαχίες κ.λπ., που κοντά στα ξημερώματα η χάρη τους επιζητούσε συχνά το πιο κοφτερό «ψαλίδι». Ενίοτε, μάλιστα, μετεξελίσσονταν σε... «βούρτσες» και πυροδοτούσαν δυναμικές αντιδράσεις μετά μουσικής, αποκαλύπτοντας τις αγεφύρωτες διαφορές και τις ασυμφωνίες... χαρακτήρωνΚι όλα αυτά σε μια... κιτς περιρρέουσα ατμόσφαιρα ευδαιμονίας, όπου πρυτάνευε η ισοπεδωτική αντίληψη του «...μα όλες είσαστε ίδιες...», συνεπικουρούμενη από την κυνική νοοτροπία της «αρπαχτής» δίχως αύριοΑσορτί, πάντοτε, με τη γενικότερη επίπλαστη ευμάρεια και την απαξίωση της τότε «Μπελ Επόκ», που οι ποιητάδες αναγορεύτηκαν επίτιμοι «λαπάδες» και ξεφύτρωναν ανάμεσά μας τα ποικιλώνυμα λαμόγια σαν τα μανιτάρια.
Όσο καθυστερεί η… «αντιλυσσική»... αγωγή μας, 
άλλο τόσο η λαϊκίστικη εμπορική αισθητική θα εξακολουθεί
 να δηλητηριάζει τη μουσική, τον πολιτισμό, την πολιτική κ.α.
Το αναλώσιμο ρεπερτόριο αυτής της λούμπεν κουλτούρας απλά έντυνε, πρόχειρα & ανεπιτήδευτα συνήθως, τις παρακμιακές «καταστάσεις» των «ευαγών ιδρυμάτων». Κατά το πλείστον με εφήμερα καψουροτράγουδα, αλλά και με εύπεπτα άσματα, που υμνούσαν (κατά παραγγελία) τους νταλκάδες, τα παραστρατήματα, τα σακατιλίκια, τα γούστα, τα στραπάτσα, τον παρά, τη θανή, την ξελογιάστρα νύχτα κ.α. Ασφαλώς, υπήρχαν και τραγούδια-διαμάντια δανεισμένα από την αυθεντική λαϊκή μουσική, όπως και κάποιες εξαιρετικές φωνές συνοδευόμενες από πραγματικά ταλαντούχους & άξιους μουσικούς. Ανεξαρτήτως όμως καλλιτεχνικής αξίας, το ουσιαστικό πρόβλημα, με τα κραυγαλέα… παρατράγουδα της πολιτιστικής οπισθοδρόμησης, παρέμενε και παραμένει μέχρι σήμερα οξύτατο, εξαιτίας της γενικότερης α π α τ η λ ή ς αντίληψης, που εκφράζει η κρατούσα στείρα & άσωτη σκυλάδικη αισθητική. Η αστόχαστη αισθητική της ευτέλειας & της παρακατινάδας, που υποτάσσεται ακόμη και στα πιο ταπεινά μας ένστικτα. Κι αν όντως αληθεύει ο γνωστός και μη εξαιρετέος αφορισμός ότι «η αισθητική είναι η ηθική του μέλλοντος»*, μάλλον το 'χουμε... γερά χαμένο. Τόσο ατομικά, όσο κυρίως συλλογικά, καθόσον τα γούστα δεν αστυνομεύονται. Μονάχα καλλιεργούνται. 
Τέλος πάντων… Επιστροφή του... «Ασώτου» σήμερα, συντροφιά με ένα από τα υποβλητικότερα mainstream ακούσματα της εποχής εκείνης. Μια αντιπροσωπευτική ωδή στη νύχτα από τον Γιώργο Ζαμπέτα σε στίχους του Ξενοφώντα Φιλέρη, που σιγοτραγουδιόταν ακόμη και στα... πατσατζίδικα της πόλης – στις στιγμές του απολογισμού της βραδιάς, της προσωπικής ανασυγκρότησης και των αμπελοφιλοσοφικών αναζητήσεων.
Αφιερωμένο εξαιρετικά σε όλα τα φιλαράκια, που... ξορκίζουν τα φαντάσματα του μουσικού – και όχι μόνο – λαϊκισμού, δίχως να απεμπολούν την αυθεντική και γνήσια λαϊκή τους ελεύθερη έκφραση! ΚΑΛΕΣ ΑΠΟΚΡΙΕΣ να 'χουμε!

(*) Η φράση αυτή σε διάφορες παραλλαγές έχει αποδοθεί στους: Γκόρκι, Νίτσε, Γκοντάρ, Ένγκελς, Λένιν, Μαρκούζε, Ραφαηλίδη κ.α. Δεν βρίσκεις άκρη με την πατρότητα της στο google. Μύλος...

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου