Κυριακή 10 Φεβρουαρίου 2013

(HRM) - Η «ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ» ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΣΤΗΝ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ (Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ – HUMAN CAPITAL THEORY)

Οι θεωρητικοί της Οικονομικής Επιστήμης συμφωνούν ότι το ανθρώπινο δυναμικό αποτελεί βασικό στοιχείο για την ανάπτυξη και τον πλούτο των εθνών, (Βούζας, Φ. 1998). Από την εποχή του Πλάτωνα μέχρι και τον Άνταμ Σμίθ, έντονη ήταν η ανάγκη για εκπαίδευση και επιμόρφωση των εργαζομένων και η οικονομική ωφέλεια που απορρέει από αυτή την επένδυση, τόσο στην επιχείρηση όσο και στο σύνολο της κοινωνίας. Η οικονομική επιστήμη αντιλαμβάνεται το εργατικό δυναμικό σε δύο διαστάσεις. Από τη μία σαν καταναλωτή αγαθών και υπηρεσιών και από την άλλη σαν τον παραγωγό αγαθών και υπηρεσιών. Η θεωρία του ανθρώπινου κεφαλαίου επηρεάστηκε από την οικονομική θεωρία και ασχολήθηκε αποκλειστικά με την «παραγωγική πλευρά» του εργατικού δυναμικού.
Σύμφωνα με τη θεωρία του ανθρώπινου κεφαλαίου, οι εργαζόμενοι έχουν στην κατοχή τους δεξιότητες, εμπειρίες και γνώσεις, οι οποίες συγκροτούν μία μορφή κεφαλαίου. (Schultz, 1961, σελ. 1) Επενδύοντας μία επιχείρηση στο ανθρώπινο δυναμικό με τη μορφή εκπαίδευσης, επιμόρφωσης και παροχή υπηρεσιών υγείας, βελτιώνει την ποιότητα και ταυτόχρονα την παραγωγική ικανότητα του ανθρώπινου δυναμικού.
Ο βασικός θεωρητικός της σχολής του Ανθρώπινου κεφαλαίου, ο Schultz αναφέρει ότι υπάρχουν πέντε βασικές κατηγορίες βελτίωσης των δυνατοτήτων των εργαζομένων :
α)    η υποδομή και η παροχή υπηρεσιών υγείας
β)    εκπαίδευση εκτελώντας τη συγκεκριμένη εργασία
γ)    συστηματική εκπαίδευση σε όλα τα επίπεδα σπουδών (δημοτικό, γυμνάσιο, λύκειο, κτλ.)
δ)    μαθήματα για μεγάλους οργανωμένα από επιχειρήσεις
ε)    μετανάστευση εσωτερική για εύρεση καινούργιων ευκαιριών για δουλειά.
Η ανάπτυξη της θεωρίας του ανθρώπινου κεφαλαίου ήταν αποτέλεσμα της μονόφθαλμης πολιτικής των περισσοτέρων κρατών για την «χρησιμοποίηση» του παράγοντα άνθρωπος σαν μια μορφή κεφαλαίου. Οι παράγοντες που συνέβαλαν στην «οικονομική προσέγγιση» στην αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού ήταν, η υπερβολική έμφαση στη μηχανοποίηση της παραγωγικής διαδικασίας και η παντελής έλλειψη ενδιαφέροντος για επενδύσεις στο εργατικό δυναμικό καθώς και στη μέτρηση των αποτελεσμάτων των επενδύσεων στο ανθρώπινο δυναμικό.
Η θεωρία του ανθρώπινου κεφαλαίου προσπάθησε να φέρει τον παράγοντα άνθρωπο στο επίκεντρο της οικονομικής δραστηριότητας. Η προσέγγιση που χρησιμοποιήθηκε ήταν καθαρά μακροοικονομική και στηριζόταν σε αναφορές για τις επιδράσεις της εκάστοτε πολιτικής ιδεολογίας στην αντιμετώπιση του ανθρώπινου δυναμικού, καθώς και στη μελέτη και μέτρηση του ανθρώπινου κεφαλαίου με απώτερο σκοπό την αύξηση της αποδοτικότητας (efficiency) και της παραγωγικότητας-αποτελεσματικότητας (effectiveness) της επιχείρησης.
Για τους θεωρητικούς της σχολής του ανθρώπινου κεφαλαίου οι εργαζόμενοι αποτελούν μία μορφή εμπορεύματος, το οποίο έχει μία συγκεκριμένη αξία, μπορεί να συναλλαγεί, να αντικατασταθεί ή και να βελτιωθεί με περαιτέρω εκπαίδευση και επιμόρφωση.
Οι εργαζόμενοι δίδουν αξία στην επιχείρηση μιας και εκτελούν συγκεκριμένες παραγωγικές εργασίες. Αυτή η αξία μπορεί να είναι άμεση –μεταποίηση ενός προϊόντος– αλλά τις περισσότερες φορές είναι έμμεση – επίλυση προβλημάτων, ομαδική εργασία και συνεργατικότητα, άσκηση κριτικής και παροχή προτάσεων σε δύσκολες καταστάσεις. (Snell & Dean, 1992) Το εργατικό δυναμικό είναι ανομοιογενές και έτσι η αποτελεσματική επένδυση σε ανθρώπινο δυναμικό αποτελεί ανταγωνιστικό πλεονέκτημα και αυξάνει την παραγωγική ικανότητα της επιχείρησης έναντι των ανταγωνιστών της.
Οι θεωρητικοί του ανθρώπινου κεφαλαίου πιστεύουν ότι οι επιχειρήσεις δεν «έχουν στην ιδιοκτησία τους το ανθρώπινο δυναμικό», το οποίο έχει την ελευθερία και την δική του θέληση και από αυτήν εξαρτάται η συνεισφορά του στην παραγωγή. Άρα, το κόστος διατήρησης, ελέγχου και υποκίνησης του εργατικού δυναμικού αποτελεί επένδυση στο εργατικό δυναμικό.
Η ενασχόληση με την οικονομική πλευρά του ανθρώπινου δυναμικού και η έμφαση στην αποδοτικότητα και αποτελεσματικότητα σε μακροικονομικό επίπεδο, έσπρωξε τους θεωρητικούς του ανθρώπινου κεφαλαίο σε ένα αδιέξοδο όσον αφορά στη μελέτη των εργαζομένων μέσα σε ένα συγκεκριμένο εργασιακό περιβάλλον.
Έτσι, παρόλο που πρότεινε μια καινούργια προσέγγιση στην ανάπτυξη και αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού, παρέμεινε μία «παραδοσιακή προσέγγιση», με βασικά στοιχεία:
§  Την μεγιστοποίηση του πλούτου των μετόχων ή του κράτους.
§  Την αντίληψη ότι ι εργαζόμενοι παίρνουν αποφάσεις με γνώμονα το ατομικό τους συμφέρον και υποκινούνται από οικονομικούς στόχους.
§  Το κόστος αποτελεί βασικό συστατικό μιας εργασιακής συνεργασίας και πρέπει να υπολογίζεται.
§  Οι εργασιακές σχέσεις καθορίζονται από συγκεκριμένες οικονομικές συνεργασίες – συμβόλαια – και αποτελούν αντικείμενο διαπραγματεύσεων και συγκρούσεων.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου