Δεν είμαι ειδικός για να
αποφανθώ εάν η μιζέρια είναι απλώς
μια χρόνια, μεταδοτική ασθένεια στης ανημποριάς τα μέρη ή κάποιος αδρανής ιός
κρυμμένος κάπου μέσα μας, που αφυπνίζεται όταν και όποτε οι καταστάσεις καθίστανται
εξ αντικειμένου ζόρικες. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, μόλις εμφανιστεί,
πολλαπλασιάζεται και εξαπλώνεται ραγδαία
και εν τέλει κατακυριεύει την καθημερινότητά μας, ψεκάζοντας με το δηλητήριο
της κακομοιριάς τη ζωή μας, την ψυχή μας, τις σχέσεις μας. Κάπως έτσι
μαθαίνουμε να ζούμε μέσα στην κατήφεια, στη γκρίνια, στην μεμψιμοιρία και προ
πάντων παρέα με μια υποσυνείδητη γενική άρνηση, που συχνά δεν την παραδεχόμαστε
ούτε καν στον ίδιο μας τον εαυτό.
Στην Ελλάδα της κρίσης, όπου ο
εφιάλτης της ανεργίας… αλωνίζει και τα εισοδήματα κατάντησαν φορολογητέα…
χαρτζιλίκια, η αφόρητη δυσοσμία της
μιζέριας είναι διάχυτη παντού. Στο φαΐ, στο ντύσιμο, στην ψυχαγωγία, στις
«μισές δουλειές», στις διαπροσωπικές σχέσεις, στην κοντόφθαλμη πολιτική, στον
πολιτισμό της αρπαχτής, στην αποστεωμένη παιδεία, στην τυφλή δικαιοσύνη –που
ενίοτε βλέπει σαν αετός από το ένα μάτι– ακόμη και στην ταλαίπωρη υγεία –που
νοσηλεύεται χρόνια στην… «εντατική».
Μέσα σ’ αυτήν την έντονα…
αρωματική μιζεροποίηση των πάντων οι
επιλήσμονες πολιτικοί μας συνεχίζουν να σκυλοτρώγονται και να λαϊκίζουν ασύστολα,
οι στρατευμένοι τηλε-παπαγάλοι και οι μίσθαρνοι κονδυλοφόροι ανερυθρίαστα προπαγανδίζουν
την ανασφάλεια και την αβεβαιότητα, τα δε social media περιφέρουν ευφάνταστες
θεωρίες συνωμοσίας, οργίλες αυτοαναφορικές εκρήξεις κι αποχαλινωμένες ιερεμιάδες.
Στους καφενέδες και στ’ άλλα στέκια του προφορικού πολιτισμού ανακυκλώνονται με
όρους ηττοπάθειας τα αδιέξοδα και οι εσχατολογικοί μηδενισμοί, στους δρόμους
και στις πλατείες της οργής εξαντλούνται τα τελευταία αποθέματα θυμού και
αγανάκτησης, ενώ στα καπηλειά ακούγονται όλο και συχνότερα τα♫«παραπονεμένα λόγια», η «κλέφτρα ξενιτειά», η «ένοχη παλιοκενονία», η «κατάρα» και
πάει… κλαίγοντας. Σημεία των δικών μας ζοφερών καιρών. Εθνική παρακμή! Porca miseria…
Ελέω συστημικής… κρισάρας οι
περισσότεροι, σήμερα, λίγο-πολύ πλήττονται από την παρατεταμένη οικονομική δυσπραγία
και την παρεπόμενη κοινωνική καχεξία. Είτε το βγάζουν για επίδειξη στο ελεγειακό
μεϊντάνι είτε όχι. Είτε ενδίδουν ως «drama queens» στην αυτολύπηση είτε όχι. Και κατά τα παραδοσιακά μας δε ειωθότα «κλαίνε
οι χήρες», μα πρωτίστως «κλαίνε οι παντρεμένες» ενόσω σκαρφαλώνουν στα μνημονιακά
ή στα αντιμνημονιακά… «κεραμίδια»! Από την άλλη, η καταραμένη αναπαραδιά συνιστά,
πλειστάκις, μια πρώτης τάξεως αποπροσανατολιστική & βολική δικαιολογία καθολικής
παραίτησης, καθώς μεταφέρει τις προσωπικές και τις συλλογικές ευθύνες μας στον…
Χατζηπετρή, ενώ παράλληλα μας επιτρέπει να ξεδιπλώνουμε απενοχοποιημένα τις πιο
μίζερες σκέψεις, τα πιο ταπεινά συναισθήματα, τις πιο αντιδραστικές συμπεριφορές
μας.
Ωστόσο και πριν ξεσπάσει η
οικονομική κρίση, όταν κουκουλώναμε άρον-άρον αξίες & προβλήματα κάτω από
το λαμπερό χαλί της κατανάλωσης, μήπως δεν είχαμε μπουχτίσει από στραβωμένα
μούτρα, συναισθηματική τσιγκουνιά και τοξική μίρλα; Η μήπως δεν χορτάσαμε μικροπρέπεια,
φαγωμάρα, ζοχάδα κι αβυσσαλέα σκατοψυχιά για όλες τις «κατσίκες του γείτονα»; Ναι,
πάντα υπήρχαν στυλωμένα… (εμ)πόδια στο άνοιγμα της αισιόδοξης πόρτας. Πάντα υπήρχε
ο φαύλος κύκλος αναπαραγωγής της γηραιάς «μιζερίλας».
Η κρίση, αναμφισβήτητα, τον μεγένθυνε, τον «κανονικοποίησε», τον αναγόρευσε σε κυρίαρχο
οδηγό σκέψης και στάσης ζωής.
Και για να λέμε «τα σύκα: σύκα,
και τη σκάφη: σκάφη»· άλλο πράγμα είναι η φτώχια κι άλλο η μιζέρια, παρότι συχνά-πυκνά
λειτουργούν σαν συγκοινωνούντα δοχεία. Η φτώχια είναι όντως μια επαχθής οικονομική
κατάσταση, που μας αποστερεί βασικά βιοτικά αγαθά και υπονομεύει θεμελιώδη
δικαιώματά μας, ενώ η μιζέρια είναι η άνευ όρων υποταγή στην μοιρολατρική
μανιέρα μιας ιδιότυπης σκλαβιάς, που μας στραγγίζει δίχως έλεος, δίχως τέλος. Με
άλλα λόγια, η μιζέρια –είτε
συντροφεύει τη φτώχια είτε όχι– «είναι επιλογή», όπως εναργώς
αποφαίνονται και οι ψυχο-ειδικοί. Μια εντελώς άχρηστη και επώδυνη επιλογή, που
θολώνει τη λογική, καταβαραθρώνει την ευθυκρισία μας και τελικά σαμποτάρει τον
ίδιο μας τον εαυτό.
Εν πάση περιπτώσει, όλοι μεσοπέλαγα
αρμενίζουμε σε νερά αχαρτογράφητα. Ταξιδευτές στον ίδιο προορισμό υπό αδυσώπητη
Φράγκικη επιτροπεία και με όρους ασύμμετρους, άνισους, άδικους. Μερικοί-μερικοί
με… υπεράκτια κότερα, καμπόσοι με τα σαπιοκάραβα της γραμμής, άλλοι με τη βάρκα μας, κάποιοι άλλοι με δουλεμπορικές
γαλέρες, ορισμένοι λαθρεπιβάτες σε γκαζάδικα και οι υπόλοιποι… ναυαγοί. Όλοι, μα
όλοι όμως, λαχταρούμε να φτάσουμε στη δική μας Ιθάκη, αφήνοντας πίσω τις συμπληγάδες,
τις φουρτούνες και τους ξιπασμένους πειρατές. Κι είμαστε ακόμη ζωντανοί… Κι
ελπίζουμε… Δεν περισσεύει, ωστόσο, άλλος χρόνος ούτε για χασομέρια ούτε για μιζεριάσματα, γιατί θα μας μπατάρει η παραλυτική
στασιμότητα.
#YOLO (Αρκτικόλεξο της φράσης “You Only Live Once”, δηλαδή «μια ζωή την έχουμε») |
Αντί, λοιπόν, να παλινδρομούμε
παθητικά, απαριθμώντας στείρες μίζερες στιγμές και λιβανίζοντας φοβικούς αρνητισμούς,
μήπως ἤγγικεν ἡ ὥρα να ξεστομίσουμε,
συνειδητά, το δικό μας μεγάλο «ΝΑΙ» σε
μια λυτρωτική επανεκκίνηση;
Μήπως ἐπέστη, επιτέλους, τό πλήρωμα τοῦ χρόνου για να αξιολογήσουμε
όλα τα θετικά που μας απέμειναν, να επαναπροσδιορίσουμε τη ρότα μας κι ασμένως να
πράξουμε τα δέοντα για αυτό που πραγματικά μας αξίζει; Κατ’ αρχάς ως έλλογες χειραφετημένες
προσωπικότητες και εν συνεχεία ως δυναμικά «συλλογικά Υποκείμενα», που
καθορίζουν τη μοίρα τους. Εξάλλου, όπως σοφά πρεσβεύουν και στη χώρα του Δράκου,
«καλύτερα ν’ ανάψουμε ένα κερί* παρά να καταριόμαστε το σκοτάδι»!
* Τουλάχιστον... κεριά υπάρχουν...
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου