Τετάρτη 1 Ιανουαρίου 2020

ΟΡΘΟΠΗΔΑΛΙΕΣ ΣΤΟ... ΠΑΡΕΛΘΟΝ

Πίνακας του ζωγράφου Νίκου Μηλιώνη
Κάποιο φεγγάρι ξέθωρο στην παιδική μου γειτονιά όλοι είχαν το δικό τους ποδήλατο. Όλοι εκτός από μένα. Ας όψεται εκείνος ο υπερβάλλων ζήλος που επέδειξε η Ειρήνη η φαρμακοποιός, όταν μια αποφράδα μέρα μετά το καθιερωμένο ζύγισμα ανίχνευσε ένα μικρό γρομπαλάκι (γκουργκόλι), καθώς ψηλάφιζε διακριτικά το λαιμό μου.
«Κύριε Γιώργο, είναι λίγο αδύνατο το παιδί. Δεν τρώει καλά; Αυτά είναι πρώιμα συμπτώματα αδενοπάθειας», επισήμανε μεταξύ άλλων στον Τρανό μας ζυγώνοντας απειλητικά την… κάβα με τα μουρουνέλαια.
«Λιγόφαγο… κακόφαγο... Μας βγάζει την ψυχή στο τραπέζι. Πονεμένη ιστορία… Τρέχει και στις αλάνες… παίζει, κινείται πολύ. Άσε που θέλει και ποδήλατο τώρα», γκρίνιαξε σα να μονολογούσε ο κυρ-Γιώργος, εμφανώς προβληματισμένος.
«Ποδήηηλατο; Ε όοοχι και ποδήλατο!» αναφώνησε στάζοντας… φαρμάκι η Ειρήνη. «Ποδήλατο μόλις πάρει 6-7 κιλά ακόμη», απεφάνθη τελεσίδικα και με σαιξπηρικό στόμφο, κατόπιν σχετικής τηλεφωνικής συνωμοσίας με την άλλη λευκοντυμένη «οχιά», τον Βεζυρτζόγλου τον παιδίατρο!
O tempora! O mores! Ω της αφάτου γκαντεμιάς! Όλοι οι Ασκληπιοί δαίμονες του τοπικού σύμπαντος συνωμότησαν, πλάνεψαν, έπεισαν, κι ο Τρανός μας αμεταγύριστος, παρά τις θερμές μου ικεσίες, σήκωσε απαγορευτικό για το ποδήλατο. Ακολούθησαν στιγμές απείρου κάλλους στο σπίτι. Η κυρά-Κατίνα αναστατώθηκε. Τα πιάτα ξαφνικά μεγάλωσαν, μεταλλάχτηκαν! Οι καθαρές κι αυθεντικές ντελικάτες γεύσεις εξαναγκάστηκαν να «παντρευτούν» με όλα τα βρώσιμα είδη του ζωικού βασιλείου. Πλάι στα ρύζια και τις πατάτες σέρνοταν μόνιμα πλέον «ποντίκια», σπαλομπριζόλες, ψαρονέφρια, κάτω από τα κρεμμυδάκια κρύβονταν λαγοί και κουνέλια, μέσα στις φακές τσαλαβουτούσαν ασύδοτα σπλήνες και συκωτάκια, στις χορτόσουπες σπάραζαν σφυρίδες, στους τραχανάδες πλατσούριζαν πουλερικά, οι δε παραδοσιακές πίτες κατάντησαν ιδανικοί κρυψώνες για κιμάδες. Ακόμη και τα κακαο-αφεψήματα σερβιριζόταν… αυγοκομμένα με μπόλικο φρέσκο γάλα. Εικόνες γαστριμαργικής… απελπισίας. Ψιλο-κανιβαλισμός! Τα δύσμοιρα τα «ορφανά» γεμιστά απογοητευμένα αποδήμησαν, άρον άρον, σε άλλα πιο φιλόξενα μαγεριά, παρέα με τα γιαλαντζί ντολμαδάκια και τ’ άλλα λαδερά κι απέριττα πιάτα που δεν πολυ-έμοιαζαν με… οστεοφυλάκια. Μόνο τα φρούτα, τα τυριά και τα «ιερά» γιαπράκια παρέμειναν ανεπηρέαστα κι ακλόνητα στο πέρασμα της «Ειρηνικής» γαστρονομικής λαίλαπας. Και τα γλυκά, ευτυχώς.
Για ένα δικό μου ποδήλατο, για ένα όνειρο, προσπάθησα. Δεν παραδόθηκα. Προσπάθησα πολύ να ακολουθήσω το καταναγκαστικό πρόγραμμα της πρωτεϊνικής υπερσίτισης. Μα, τελικά ήταν μάταιο. Κάθε που ανέβαινα στη φαρμακο-πλάστιγγα (ακαλιμπράριστη μάλλον) ο δείκτης αρνιόταν πεισματικά να ξεκολλήσει από το βυθό της… απόγνωσης. Εν τω μεταξύ, όλες οι ποδηλατικές αγορές παρέμεναν ερμητικά κλειστές ακόμη και για… συντετριμμένους κουμπαράδες. Τα μάνταλα δεν άνοιγαν ούτε καν για ολιγόωρο νοίκι, καθότι τόσο ο Βατάλης όσο και ο Σκαρκαλάς προέκυψαν «μιλημένοι» από κέντρα… Τρανά. Κάπως έτσι, βρέθηκα στου σπιτιού μου την αυλή να κάνω συχνά τον… Μπουκουβάλα της γειτονιάς. Ενίοτε και τον… Ξυνάδα. Ακτινολόγηση, αλυσίδες, φρένα, φούιτ, κι άλλες υπηρεσίες επισκευής ποδηλάτων. Full Service! Για μια βόλτα μόνο...
Κι ύστερα χτύπησε την πόρτα μου το πράσινο τερατάκι της ζήλειας. Κι εγώ του άνοιξα σα να ‘ναι φίλος. Κι ύστερα άρχισαν οι συγκρίσεις. Στα απλά, στα καθημερινά, στα μικρά, στα μεγάλα. Σε όλα τα… ποδηλατικά γενόμενα. Τότε συνειδητοποίησα πως θαύμαζα και ζήλευα όλα τα παιδιά που είχαν δικό τους ποδήλατο. Ακόμη και τα… κορίτσια! Ναι, λιμπιζόμουνα και ακριβοποθούσα την παραπανίσια ελευθερία τους, τις επικές τους αποδράσεις, τις κόντρες τους, τις κόρνες τους, τις ορθοπηδαλιές τους, τις δερμάτινες σέλες τους, τις σχάρες για τα ψώνια τους. Κι όλα αυτά τα «σπαραξικάρδια» ίσαμε τις… λυτρωτικές εισαγωγικές εξετάσεις του Βαλταδωρείου, που υποκατέστησαν στο μεταξύ τους… ευτραφείς στόχους του βασιλεύοντος τότε «μετακατοχικού συνδρόμου». Κάπου εδώ, επιτέλους, τελειώνει οριστικά η ζαβή περίοδος της… λαθρο-ποδηλασίας και τροχοδρομείται μια νέα… κανονικότητα με έπαθλο ένα ολοκαίνουργιο πολυζηλεμένο ποδήλατο. Το δικό μου ποδήλατο. Τον δικό μου… «Πήγασο»!
Τα χρόνια πέρασαν, τα ποδήλατα γέρασαν, και σήμερα ο άλλοτε απαστράπτων «Πήγασος» στέκει κατασκονισμένος και μισοπαράλυτος στο κατώι του πατρικού μου να θυμίζει κάπου κάπου εκείνη την περίεργη καναγκαιρίσια ζήλεια που μετέπιπτε σε ζήλο και μας έδινε… φτερά. Να θυμίζει στους πρώην και στους επόμενους… αναβάτες πως «τα ποδήλατά μας, όπως τα όνειρά μας, ξέρουν από ανηφοριές». Ξέρουν να στέκονται όρθια στις απροσδόκητες αναδρομιές και να παλεύουν ασχόλαστα με τα ζόρια που οδηγούν στις κορυφές. Άλλωστε και η ίδια «Η ζωή είναι σαν το ποδήλατο. Εάν θέλεις να έχεις ισορροπία πρέπει να κινείσαι διαρκώς» [Albert Einstein].
ΥΓ.: Το κείμενο δημοσιεύτηκε στο βιβλίο «μια Εικόνα, μια Ιστορία, μια Πόλη...», που συνέγραψαν μέλη της ομάδας του facebook  «Κοζάνη: Μνήμες, Αναμνήσεις & Εικόνες».
Καλή χρονιά να 'χουμε και μια νέα δεκαετία αναπάντεχα καλύτερη για όλους μας!

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου