

Η εθνική
οικονομία, στο βαθμό που εξακολουθεί να υφίσταται, ως έννοια και ως λειτουργική
οντότητα, ετεροπροσδιορίζεται σημαντικά, αποδυναμώνεται και τείνει να
περιορισθεί σε μία ελάχιστη δημοσιονομική λειτουργία, ενώ η παγκόσμια
οικονομία, στο πλαίσιο της οποίας αναδεικνύονται νέα οικονομικά υποκείμενα,
είναι σαφέστατα υπερεθνική και ελάχιστα διεθνής. Το κράτος έχει
χάσει αντίστοιχα, μεγάλο μέρος της κυριαρχίας του, αφού δεν είναι
πια σε θέση να ρυθμίζει κυρίαρχα την οικονομική δραστηριότητα και
να επηρεάζει καθοριστικά την οικονομική εξέλιξη, η δε βούλησή του
ετεροπροσδιορίζεται θεσμικά ή αντικειμενικά, σε συνεχώς περισσότερες
περιπτώσεις. (Le Monde Diplomatique 1997).
Ο
προβληματισμός γύρω από την τρομερή εξάπλωση του φαινομένου της
παγκοσμιοποίησης των αγορών είναι διάχυτος ενώ τα όποια θετικά αποτελέσματα
μάλλον φυλλορροούν. Οι αντιφατικοί τρόποι προσέγγισης του θέματος έχουν
δημιουργήσει μια ρητορική περί παγκοσμιοποίησης, όπου προεξάρχουν τρεις σχολές
σκέψης:
- Οι μετριοπαθείς στοχαστές που αποδέχονται τη μετεξέλιξη της παγκόσμιας
τάξης και αντιμετωπίζουν την παγκοσμιοποίηση σαν ένα φαινόμενο που
δεν μπορεί μα αναστραφεί.
- Αυτοί που ισχυρίζονται ότι ο κόσμος μας είναι απόλυτα
διασυνδεδεμένος και τα κράτη είναι περιττές μονάδες, χωρίς
σημαντικό ρόλο στην παγκόσμια αρένα.
- Τέλος, εκείνοι που πιστεύουν ότι η παγκοσμιοποίηση δεν είναι
παρά ένας μύθος, αφού η παγκόσμια οικονομία έχει ξαναβιώσει ανάλογη
κατάσταση διασύνδεσης και καλούν για αναστροφή του φαινομένου, αφού
θεωρούν ότι κάτι τέτοιο είναι εφικτό (Στυλιανός Α. 2001).
Κατά
τον Κotler (1997), από τις αρχές της δεκαετίας του '80, θεριεύει ο μύθος της
υπέρβασης των εθνικών κρατών και της ανάδειξης του ενοποιημένου παγκοσμίου
συνόλου. Συμβάλλουν σ' αυτό οι δυνατότητες που εισέρχονται από τις νέες
τεχνολογίες, κυρίως στον τομέα των επικοινωνιών, όπως επίσης η συνεχής
διόγκωση των χρηματιστικού κεφαλαίου και η διεθνοποίηση
των χρηματαγορών. Επικρατεί η εντύπωση της παγκόσμιας σύγκλισης όχι
μόνο προς ένα μοναδικό πρότυπο οικονομίας και κοινωνίας, αλλά και προς ένα
ενοποιημένο ομογενοποιημένο παγκόσμιο σύστημα, με την
παράλληλη απόρριψη στο περιθώριο κάθε χώρας που είτε συλλαμβάνει το νόημα της
εποχής είτε αρνείται να συμμορφωθεί μ' αυτό.

Η
οικονομική παγκοσμιοποίηση περιορίζει το κράτος στο ρόλο της διασφάλισης του
θεσμικού πλαισίου, που είναι απαραίτητο για την ανάπτυξη
της οικονομικής δραστηριότητας και σε άσκηση τοπικής διαχείρισης,
δηλαδή, διεκπεραίωσης συγκεκριμένων λειτουργιών, που εξυπηρετούνμία ΤΟΠΙΚΗ
ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ, όχι όμως ένα λαό, πολύ περισσότερο δε, ένα έθνος, (Αλμπάνης
1999) Περαιτέρω, η οικονομική παγκοσμιοποίηση και ο πολιτισμός της
αγοράς μεταβάλλουν το κράτος σε μηχανισμό πραγμάτωσης ιδιωτικών, συνήθως
υπερεθνικών, συμφερόντων και ενίοτε, σε όργανο πραγμάτωσης των γεωοικονομικών
σχεδιασμών τους. Στο πλαίσιο αυτό, το έθνος αποψιλώνεται
από το στοιχείο της κοινής προσπάθειας και της κοινής προοπτικής και χάνει τη
χρησιμότητά του για την οργάνωση της οικονομίας, στο βαθμό που δεν
είναι ασύμβατο με τη νέα οικονομική πραγματικότητα ή την προώθηση των
συμφερόντων που αυτή δημιουργεί.
Συμπερασματικά,
η παγκοσμιοποίηση των αγορών εκτός από τα αδιαμφισβήτητα
πλεονεκτήματά της - επικοινωνία μεταξύ των λαών, διάδοση γνώσης &
τεχνολογίας κ.λ.π. - ευνοεί σκανδαλωδώς τους εξαιρετικά λίγους, που
κατέχουν τους πόρους και καρπώνονται τον τεράστιο παραγόμενο παγκόσμιο πλούτο,
διακινώντας ελεύθερα κεφάλαια. Το μεγάλο, όμως, δράμα των ημερών μας έχει να
κάνει με την αναζήτηση ενός νέου σημείου ισορροπίας ανάμεσα στο
ΚΕΦΑΛΑΙΟ και την ΕΡΓΑΣΙΑ, σε παγκόσμια κλίμακα, με
αποκλειστικό γνώμονα την ανταγωνιστικότητα, χωρίς να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη
ούτε η κοινωνική συνοχή των λαών, ούτε οι κανόνες της
δημοκρατίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου